Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιανουάριος, 2023

Προσευχή σε έναν άγνωστο Θεό

Εικόνα
Η θάλασσα είναι απύθμενη λένε, μα η θάλασσα του χάους και του σκότους έχει πάτο. Κι εγώ τον έφτασα. Δε ζητώ ανέλκυση, ούτε σωσίβιο. Ζητώ συγχώρεση, από την ψυχή μου κυρίως κι από κείνους που πρόσβαλα. Γονυπετής εκλιπαρώ για την συγχώρεση και με θράσος ανείπωτο, ζητώ βοήθεια.  Η σιωπή, αιώνιος σύντροφός μου, στα τριάντα έξι χρόνια του χοντρού κορμιού μου και στα βάθη του χρόνου που μετρά η ταλαίπωρη ψυχή μου. Οι λέξεις τούτες προσευχή και ξεγύμνωμα της ασχήμιας μου. Εσωτερικής κι εξωτερικής. Ικεσία κι ευχή. Σε σας που πρόσβαλα κι ακόμα προσβάλω με την άρνησή μου. Την άρνηση να «δω» με τα «μάτια» της ψυχής. Να «δω» αυτό που κατά βάθος ξέρω.  Ζητώ λύτρωση, κι αν είναι ο θάνατος αυτή, τότε, τότε με το καλό να έρθει. Και να ξαναγεννηθώ, σε άλλο άσχημο κορμί αλλά με φωτεινή την ψυχή μου.    Συγγνώμη σας ζητώ και βοήθεια.

Κυτίον Παραπόνων

Εικόνα
Ο Αύγουστος τελείωσε. Μπήκε ο Σεπτέμβρης. Φτάσαμε ήδη στα μέσα του. Σε λίγο θα φύγει κι αυτός. Θα μπει, αργά και μελαγχολικά ο Οκτώβρης. Ο αμπέλωπας, εδώ που κάθομαι, στην αυλή μου, έχει αρχίσει να ψιλοκοκκινίζει. Όχι από τη ντροπή του. Απλά… πεθαίνει. Τα φύλα του πεθαίνουν, μόνο και μόνο για να ξαναγεννηθούν μεγαλοπρεπώς, σε μερικούς μήνες. Μελαγχολώ.  Κλείνω τα μάτια και γέρνω το κεφάλι προς τα πίσω. Ένα ελαφρύ αεράκι με κάνει κι ανατριχιάζω. Κόσμος έρχεται, κόσμος πάει, a casa d’ Irene… Το ακούω στο ξεχαρβαλωμένο τρανζιστοράκι που, κάποιος ξέχασε μια μέρα στο λεωφορείο κι εγώ σαν γνήσια Ελληνίδα το σούφρωσα, αντί για να το παραδώσω στο σταθμαρχείο. «Σιγά μην το αποζητήσει» σκέφθηκα τότε για τον ιδιοκτήτη του. «Σαράβαλο είναι», συμπλήρωσα τη σκέψη, απενοχοποιώντας πλήρως τον εαυτό μου, για την παρασπονδία μου. Στο απέναντι παρκάκι, δυο γερόντια, με κυρτωμένες πλάτες, συζητούν χειρονομώντας, από κάπου ακούγεται ο ήχος του ταβλιού κι ενός μωρού που κλαίει. Η πόλη ζει έντονα ακόμα κ...

Τα 'μαθες;

Εικόνα
Σα τις βυθισμένες άγκυρες του Μίλτου τα όνειρά μου. Σκουριασμένες και τυλιγμένες, στο απαλό χάδι της υποθαλάσσιας χλόης. Σημεία-σημεία καραφλά. Η αλωπεκίαση του βρύου και της λειχήνας. Τα’μαθες; Ένας σκύλος δεμένος, πεινασμένος, κρυμμένος ή όχι, πίσω από ένα παλιό ψυγείο, ξύνεται απελπισμένα. Τα παράσιτα του πτώματος που κρύβεται ανάμεσα στα χόρτα, το βασανίζουν. Μασουλάνε βοστρύχους κι επιδερμίδα, αφήνοντας μικρά κόκκινα σημάδια. Αίμα και σπέρμα. Αίμα του σκύλου. Σπέρμα του παράσιτου. Ανακατεύονται μαζί και αναδίδουν, εκείνο το γνώριμο (ή όχι) άρωμα του Ζίσκιντ. Βάζεις Angel, μα δεν το καλύπτεις. Είναι κολλημένο στις τρίχες, στα ρουθούνια. Είναι εκεί ώρες τώρα. Είναι εκείνο το γνώριμο (ή μη) άρωμα των σαπισμένων ονείρων. Η θάλασσα δεν το ξεπλένει, μήτε το αεράκι το διαλύει. Μένει πάντα εκεί. Στα ρουθούνια. Ενίοτε προχωρά και πιο βαθιά, στο μυαλό, στη σκέψη, στο συναίσθημα. Ρυτίδιασε η ψυχή σαν την θάλασσα. Να κι η πρώτη ρυτίδα στο στόμα. Ακόμη μια στο μάτι. Δυο-δυο οι ρυτίδες. Δυο-δυο...