Η θέση με τον αριθμό 13
Οι βαριές άλικες βελούδινες κουρτίνες του θεάτρου «Ορφέας» άνοιξαν θροΐζοντας απαλά. Η παράσταση το «Φάντασμα της Όπερας» ξεκινούσε, μα η προσοχή της κοπέλας δεν ήταν στραμμένη προς τη σκηνή αλλά στη θέση δίπλα της. Ήταν φανατική θεατρόφιλη και στο θέατρο «Ορφέας επέλεγε πάντα τη θέση δώδεκα όχι μόνο γιατί είχε πανοραμική θέα της σκηνής αλλά και γιατί ήταν κοντά στη μικρή ορχήστρα.
Ωστόσο σήμερα, από το πρώτο κιόλας λεπτό ένιωσε «έξω από τα νερά της». Ένα έντονο αίσθημα ανησυχίας την είχε κυριεύσει και την εμπόδιζε από το να συγκεντρωθεί και να απολαύσει το φαντασμαγορικό θέαμα που εκτυλίσσονταν μπροστά της. Το διπλανό κάθισμα, το δέκατο τρίτο, παρέμενε όπως πάντα κενό. Η ίδια δεν ήταν προληπτική όμως ήξερε κάμποσους που δεν θα επέλεγαν ποτέ το συγκεκριμένο κάθισμα, ακόμα και σε μια κατάμεστη αίθουσα.
Η γυναίκα είχε φτάσει αρκετά πριν την έναρξη της παράστασης, και αντίθετα με ό,τι περίμενε, δεν ήρθε κανείς να καθίσει δίπλα της. Εν τούτοις, σκέφτηκε, στην αίθουσα καρφίτσα να ρίξεις, κενό δε θα βρει για να πέσει κάτω. Ένα ρίγος διαπέρασε τη ραχοκοκαλιά της. Ίσως ήταν απλώς η σχεδόν κατανυκτική ατμόσφαιρα του θεάτρου ή ακόμα και η μουσική που προετοίμαζε το κοινό για το μυστήριο που ξεδιπλωνόταν, όμως για πρώτη φορά ένοιωθε άβολα και μια τάση φυγής να την ταλανίζει.
Καθώς η υπόθεση της παράστασης προχωρούσε, η νεαρή γυναίκα ένιωθε μια παράξενη σύνδεση με τον άδειο χώρο δίπλα της. Αισθανόταν σα να καθόταν κάποιος δίπλα της. Μάλιστα είχε δώσει σάρκα και οστά στον άντρα με την φαντασία της, χαρίζοντάς του αδρά χαρακτηριστικά, λεπτό μουστάκι και πυκνό καλοσχηματισμένο μούσι και ντύνοντάς τον στα μαύρα. Γύριζε κάθε τόσο, σίγουρη πως θα τον δει, ωστόσο η θέση δίπλα της παρέμενε βασανιστικά άδεια.
Στο διάλειμμά η γυναίκα αναζήτησε το ταξιθέτη, περίεργη να μάθει πληροφορίες για το κάθισμα δέκα τρία. Εκείνος, ένας ηλικιωμένος κύριος με αραιό μουστάκι, κίτρινο από την ηλικία και το κάπνισμα και με μάτια έξυπνα και καθάρια που την κοιτούσαν με απορία, της απάντησε σχεδόν περιπαικτικά. «Κυρία μου, το κάθισμα 13 δεν έχει πωληθεί ποτέ. Θεωρείται... καταραμένο».
«Καταραμένο; Μα τι λέτε;» γέλασε νευρικά η γυναίκα.
Ο ταξιθέτης έγειρε προς το μέρος της και ψιθύρισε. «Λέγεται πως πριν από χρόνια, ένας θεατής πέθανε σε εκείνη τη θέσει κι έκτοτε κανείς δεν τολμά να καθίσει εκεί». Και λέγοντας αυτά την άφησε κι έφυγε.
Προβληματισμένη η κοπέλα επέστρεψε στη θέση της. Μήπως είχε αφήσει την φαντασία της να οργιάσει; Όμως καθώς η παράσταση συνεχιζόταν, η κοπέλα ένιωθε όλο και πιο έντονα την παρουσία κάποιου δίπλα της. Μέχρι που ένα απαλό άγγιγμα στον ώμο της, θεέ μου τι τρόμος, την έκανε να αναπηδήσει αφήνοντας μια χαμηλόφωνη κραυγή. Ένα ενοχλημένο «ΣΣΣΣΣΣΣ!» ακούστηκε από πίσω της και εκείνη βιάστηκε να απολογηθεί.
Ευτυχώς μερικά λεπτά αργότερα ολοκληρώθηκε η παράσταση, επιτέλους, και σηκώθηκε βιαστικά να φύγει. Βγαίνοντας στο διάδρομο έριξε μια τελευταία ματιά προς τη θέση της και… κοκκάλωσε! Παγωμένος ιδρώτας την έλουσε. Έφερε το χέρι της στο στόμα συγκρατώντας μια κραυγή. Ο κόσμος την έσπρωχνε στην πορεία του προς την έξοδο αλλά εκείνη εκεί, στην ίδια θέση παγωμένη, κοιτούσε το αντικείμενο που κείτονταν στο κάθισμά της. Ένα μεγάλο κατακόκκινο τριαντάφυλλο, ίδιο με εκείνο που κρατούσε το «Φάντασμα της Όπερας» στην τελευταία σκηνή.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου